Ξενόκριτος

Ξενόκριτος
Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Αρχαίος Έλληνας λυρικός (6ος αι. π.Χ.). Καταγόταν από τους Επιζεφύριους Λοκρούς της Κάτω Ιταλίας. Σύμφωνα με την παράδοση ήταν τυφλός εκ γενετής και σύγχρονος του Στησίχορου. Ο Πλούταρχος τον είχε αποκαλέσει «ηγεμόνα και εισηγητήν της δευτέρας καταστάσεως των περί την μουσικήν εν Σπάρτη», δηλαδή της δεύτερης μουσικής περιόδου (πρώτη θεωρούσαν εκείνη που άρχισε με τον Τέρπανδρο από τη Λέσβο). Σύμφωνα με άλλη άποψη θεωρείται ο επινοητής της «Λοκρικής αρμονίας». 2. Θηβαίος γλύπτης, άγνωστης εποχής. Στα έργα του συγκαταλέγεται και άγαλμα του Ηρακλή από λευκό μάρμαρο, που το κατασκεύασε μαζί με τον συμπατριώτη του γλύπτη Εύβιο. Το άγαλμα κοσμούσε το ιερό του ήρωα στη Θήβα. 3. Συγγραφέας των αλεξανδρινών χρόνων από τη Σικυώνα. Έγραψε μελέτες για την τέχνη.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • Ξενόκριτος — masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ξενοκρίτω — Ξενόκριτος masc nom/voc/acc dual Ξενόκριτος masc gen sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ξενοκρίτου — Ξενόκριτος masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ξενόκριτον — Ξενόκριτος masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”